"ΝΑ ΠΑΡΕΙΣ ΕΝΑ ΑΤΙ ΩΡΑΙΟ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΠΡΟ, ΧΩΡΙΣ ΣΕΛΛΑ, ΧΩΡΙΣ ΧΑΜΟΥΡΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΛΛΕΣ ΑΗΔΙΕΣ. ΝΑ ΤΟ ΚΑΒΑΛΙΚΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΝΑ ΤΟ ΠΙΑΣΗΣ ΑΠΟ ΤΗ ΧΑΙΤΗ ΤΟΥ ΜΕ ΤΟ ΕΝΑ ΧΕΡΙ, ΕΝΩ ΑΠΟ ΤΟ ΑΛΛΟ ΝΑ ΚΡΑΤΗΣ ΥΨΩΜΕΝΟ ΤΟ ΠΙΣΤΟΛΙ. ΕΧΩΝ ΔΥΟ ΒΑΡΗ ΣΤΑ ΠΟΔΙΑ ΣΟΥ ΝΑ ΤΟ ΚΤΥΠΗΣΗΣ ΔΥΝΑΤΑ ΚΑΙ ΝΑ ΜΠΗΣ ΜΑΖΙ ΤΟΥ ΜΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΟΡΜΗ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ. ΟΤΑΝ ΔΗΣ ΟΤΙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΠΡΟΧΩΡΗΣΗΣ ΠΛΕΟΝ, ΝΑ ΓΥΡΙΣΗΣ ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΝΑ ΠΥΡΟΒΟΛΗΣΗΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΡΟΤΑΦΟΝ. ΤΟ ΑΛΟΓΟ, ΑΦΟΥ ΣΕ ΞΕΦΟΡΤΩΘΗ, ΜΗΝ ΑΝΗΣΥΧΗΣ. ΚΟΛΥΜΠΩΝΤΑΣ ΑΥΤΟ ΘΑ ΒΓΕΙ ΕΞΩ. ΚΑΙ Ο ΑΝΑΒΑΤΗΣ ΘΑ ΧΑΘΗ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΒΑΘΟΣ ΤΗΣ ΩΡΑΙΑΣ ΘΑΛΑΣΣΗΣ, ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΦΑΝΗ ΤΙΠΟΤΑ"
Τι είναι το όνειρο; Ελπίδα ή απάτη; Κατάφαση ζωής ή άρνηση της πραγματικότητας; Ταξίδι με ή χωρίς επιστροφή; Ο καθένας μας θα δώσει τη δική του απάντηση ανάλογα με τον άνεμο που φουσκώνει τα πανιά της ζωής του. Αυτό που μ΄έμαθε η πείρα και το υπερασπίζομαι με πείσμα είναι πως η φύση προνόησε να μας κατοχυρώσει το δικαίωμα να ονειρευόμαστε. Η αφαίρεση του δικαιώματος αυτού με ανθρώπινη επέμβαση πρέπει να τιμωρείται με ποινή το Θάνατο. Καληνύχτα, όνειρό μου. Καληνύχτα, όχι γιατί είμαι στο γέρμα της ζωής αλλά γιατί σε αφαίρεσαν από τη Ζωή και δεν ξέρω αν οι υπαίτιοι θα τιμωρηθούν γι΄αυτό το έγκλημα. Καληνύχτα.
Διεμερίσαντο τα ιμάτιά μου.. τη σοφία μου την ομορφιά μου τα πλούτη μου
Εκπόρνευσαν το κορμί μου στο παζάρι που έστησαν στην αυλή τους
Σκότωσαν και πούλησαν τα παιδιά μου στην αγορά ενός περαστικού λαοπλάνου ανέμου
΄Επαιξαν με την ελπίδα μου να νιώσω ελεύθερη
΄Εκαναν τα όνειρά μου μόνιμους εφιάλτες ατέλειωτης νύχτας
Βιάσαν την ψυχή μου με τα χέρια της απληστίας τους
Σπίλωσαν την περηφάνεια μου με τη γλώσσα της αμαρτίας τους
ΟΜΩΣ ΟΙ ΑΝΟΗΤΟΙ... ΔΕΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΑΝ ΤΙΣ ΑΝΤΟΧΕΣ ΜΟΥ...
(Αφιερωμένο στα παιδιά της Ελλάδας) Αχ Ελλάδα
Χαρά στον Έλληνα που ελληνοξεχνά
και στο Σικάγο μέσα ζει στη λευτεριά
εκείνος που δεν ξέρει και δεν αγαπά
σάμπως φταις κι εσύ καημένη
και στην Αθήνα μέσα ζει στη ξενιτιά
Αχ Ελλάδα σ' αγαπώ
και βαθιά σ' ευχαριστώ
γιατί μ' έμαθες και ξέρω
ν' ανασαίνω όπου βρεθώ
να πεθαίνω όπου πατώ
και να μην σε υποφέρω Αχ Ελλάδα θα στο πω
πριν λαλήσεις πετεινό
δεκατρείς φορές μ' αρνιέσαι
μ' εκβιάζεις μου κολλάς
σαν το νόθο με πετάς
μα κι απάνω μου κρεμιέσαι
Η πιο γλυκιά πατρίδα
είναι η καρδιά
Οδυσσέα γύρνα κοντά μου
που τ' άγια χώματα της
πόνος και χαρά
Κάθε ένας είναι ένας
που σύνορο πονά
κι εγώ είμαι ένας κανένας
που σας σεργιανά
Αχ Ελλάδα σ' αγαπώ
και βαθιά σ' ευχαριστώ
γιατί μ' έμαθες και ξέρω
ν' ανασαίνω όπου βρεθώ
να πεθαίνω όπου πατώ και να μην σε υποφέρω
Αχ Ελλάδα θα στο πω
πριν λαλήσεις πετεινό
δεκατρείς φορές μ' αρνιέσαι
μ' εκβιάζεις μου κολλάς
σαν το νόθο με πετάς
μα κι απάνω μου κρεμιέσαι